- Ὕκκαρα
- Ὕκκαραfem nom/voc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ύκκαρα — Πόλη της αρχαίας Σικελίας, δυτικά της Πανόρμου. Κυριεύτηκε από τους Αθηναίους στον Πελοποννησιακό πόλεμο, κι ανάμεσα στους δούλους που πήραν οι Αθηναίοι ήταν και η περίφημη εταίρα και φίλη του Αλκιβιάδη Τιμάνδρα, μαζί με την κόρη της Λαΐδα, που… … Dictionary of Greek
ГИККАРА — • Hyccara, Ύκκαρα, древний город сиканов на северном берегу Сицилии, на запад от Панорма; он назван так от известного рода рыбы. В Пелопоннесскую войну он был ограблен афинянами и затем передан сегестийцам. Thuc. 6, 62. 7, 13. С… … Реальный словарь классических древностей
Τιμάνδρα — Όνομα ενός μυθολογικού και ενός ιστορικού προσώπου. 1. Μυθολογικό πρόσωπο, κόρη του Τυνδάρεω και της Λήδας, σύζυγος του βασιλιά της Αρκαδίας Έχεμου, μητέρα του Εύανδρου που μετανάστευσε στην Ιταλία. 2. Ερωμένη πιστή του Αλκιβιάδη από τα Ύκκαρα… … Dictionary of Greek